Κατά το παρελθόν η Δοϊράνη υπήρξε μια από τις παραγωγικότερες λίμνες της Ευρώπης, με μεγάλη οικονομική σημασία για την περιοχή. Το ελληνικό τμήμα της ανήκε στο Δημόσιο και μισθωνόταν με πλειοδοτική δημόσια δημοπρασία. Η μίσθωση κρατούσε αρκετά χρόνια και ο μισθωτής παρακρατούσε ποσοστό 10 έως 20% σε είδος ή χρήματα. Δικαίωμα να ψαρεύουν είχαν παλιότερα μόνο οι κάτοικοι της Δοϊράνης και των Μουριών, ενώ αργότερα, όλοι οι κάτοικοι των παραλίμνιων περιοχών που διέθεταν άδεια αλιείας. Τα αλιεύματα συγκεντρώνονταν σε καθορισμένα σημεία για να γίνει η δημόσια δημοπράτησή τους. Οι ιχθυέμποροι και οι πλανόδιοι ιχθυοπώλες πουλούσαν τα εξαιρετικής ποιότητας ψάρια της Δοϊράνης, όχι μόνο στη γύρω περιοχή, αλλά και στη Θεσσαλονίκη, στις Σέρρες, στη Λάρισα, στα Τρίκαλα, στη Νάουσα, στην Έδεσσα.
Η εκμετάλλευση της λίμνης από τους Αλιευτικούς Συνεταιρισμούς της περιοχής εξακολουθούσε μέχρι πρόσφατα: έως το 1988 ήταν μισθωμένη από τον Αλιευτικό Συνεταιρισμό Δοϊράνης, ενώ από το 1988 έως το 1998 από τον Αλιευτικό Συνεταιρισμό Μουριών.
Η λίμνη ήταν για τους ψαράδες της η τροφή και το εισόδημά τους. Ο μόχθος και η διασκέδασή τους. Στην όχθη της μαζεύονταν το βράδυ για να ανάψουν φωτιές από καλάμια και να γευθούν μεζέδες. Στις ίδιες ζεστές από την πυρά κοιλότητες κούρνιαζαν τη νύχτα να κοιμηθούν, όταν ακόμη η λίμνη πρόσφερε απλόχερα τα αγαθά της και αποτελούσε το κέντρο αναφοράς της καθημερινής ζωής των κατοίκων.
Σταδιακά η ενασχόληση με την αλιεία περιορίστηκε, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη γειτονική χώρα, εξαιτίας της πτώσης της στάθμης του νερού και της γενικότερης υποβάθμισης της λίμνης. Σήμερα η αλιεία στη λίμνη ασκείται από ιδιώτες, στους οποίους παρέχεται επαγγελματική άδεια αλιείας σκαφών. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς, βέβαια, την ασκούν συμπληρωματικά με τη γεωργία, η οποία αποτελεί πλέον την κύρια ασχολία των κατοίκων.